προτιμοτέρων

προτιμοτέρων
προτῑμοτέρων , πρότιμος
most honoured
fem gen comp pl
προτῑμοτέρων , πρότιμος
most honoured
masc/neut gen comp pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • διαλογή — η 1. το ξεχώρισμα, η επιλογή, το ξεδιάλεγμα των καλύτερων ή προτιμότερων στοιχείων συνόλου: Στα εργοστάσια επεξεργασίας τροφίμων υπάρχουν μηχανήματα διαλογής. 2. η καταμέτρηση ψήφων: Η διαλογή των ψήφων μετά τις εκλογές γίνεται κατά περιοχή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”